ΈΧΟΥΝ ΟΙ ΈΛΛΗΝΕΣ ΥΨΗΛΟ ΚΙΝΔΥΝΟ ΓΙΑ ΟΣΤΕΟΠΟΡΩΤΙΚΑ ΚΑΤΑΓΜΑΤΑ ΙΣΧΙΟΥ

Στις χώρες με τον υψηλότερο ποσοστό καταγμάτων ισχίου και την πιθανότητα για μείζονα οστεοπορωτικά κατάγματα κατατάσσεται η Ελλάδα. Στο συμπέρασμα αυτό έχουν οδηγηθεί ερευνητές που εξέτασαν τον κίνδυνο που αντιμετωπίζουν οι κάτοικοι χωρών σε όλα τα μήκη και πλάτη της Γης. Διαπίστωσαν δε ότι ο κίνδυνος όχι μόνο δεν είναι παντού ίδιος αλλά και η διακύμανση μεταξύ τους μπορεί να είναι ακόμα και μεγαλύτερη από 10πλάσια! Είναι απαραίτητη, λοιπόν, η κατανόηση των λόγων αυτής της ανομοιογένειας ώστε να μειωθούν τα ποσοστά καταγμάτων, μέσω εφαρμογής διαφόρων στρατηγικών.

Κι αυτό διότι η οστεοπόρωση αποτελεί σημαντικό πρόβλημα δημόσιας υγείας, εξαιτίας της συσχέτισης της με τραύματα χαμηλής ενέργειας ή κατάγματα εξ ανεπάρκειας. Το κάταγμα του ισχίου αποτελεί τη σοβαρότερη συνέπεια της οστεοπόρωσης λόγω των επιπλοκών της, οι οποίες περιλαμβάνουν χρόνιο πόνο, αναπηρία, έκπτωση της ποιότητας ζωής και πρόωρο θάνατο. Με την αύξηση του προσδόκιμου ζωής παγκοσμίως, ο αριθμός των ηλικιωμένων ατόμων αυξάνεται παντού στον πλανήτη και εκτιμάται ότι η συχνότητα εμφάνισης των καταγμάτων ισχίου θα αυξηθεί μελλοντικά, φτάνοντας τα 6,26 εκατομμύρια μέχρι το 2050. Βεβαίως, υπάρχει γεωγραφική διακύμανση όσον αφορά τη συχνότητα εμφάνισης καταγμάτων ισχίου τόσο μεταξύ των ηπείρων όσο και μεταξύ διαφορετικών τμημάτων μιας περιοχής. Η συχνότητα εμφάνισης του κατάγματος του ισχίου είναι υψηλότερη στη Σουηδία και τη Βόρεια Αμερική, με σχεδόν επτά φορές χαμηλότερα ποσοστά στις χώρες της Νότιας Ευρώπης. Τα ποσοστά κατάγματος του ισχίου είναι επίσης χαμηλότερα στους πληθυσμούς της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής. Αυτή η διακύμανση στην κατανομή του κατάγματος του ισχίου σε διάφορες περιοχές του κόσμου καταδεικνύει ότι οι γενετικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες παίζουν ρόλο στην αιτιολογία του κατάγματος του ισχίου.

Αν και αντιπροσωπεύουν λιγότερο από το 20% όλων των οστεοπορωτικών καταγμάτων, έχουν σημαντικότατες οικονομικές επιπτώσεις και γίνονται αιτία θνησιμότητας ανδρών και γυναικών άνω των 50 ετών. Επιπλέον, η μεγάλη πλειονότητα των ασθενών με καταγμάτων του ισχίου αναζητούν ιατρική φροντίδα που απαιτεί νοσοκομειακές εγκαταστάσεις, με αποτέλεσμα να συλλέγονται πολύ περισσότερα στοιχεία για την επιδημιολογία από ό,τι για άλλα κατάγματα που σχετίζονται με την οστεοπόρωση.

Στην ανασκόπηση για τον έλεγχο του επιπολασμού των οστεοπορωτικών καταγμάτων επιλέχθηκαν συνολικά 72 μελέτες από 63 χώρες. Στις γυναίκες, οι οποίες υποφέρουν συχνότερα από οστεοπόρωση συγκριτικά με τους άνδρες, οι χαμηλότερες ετήσιες τυποποιημένες ηλικίες παρατηρήθηκαν στην Αφρική (Νιγηρία, Νότια Αφρική, Τυνησία και Ισημερινό), ενώ τα υψηλότερα ποσοστά στις Σκανδιναβικές χώρες (Δανία, Νορβηγία, Σουηδία) και την Αυστρία. Στους άνδρες υπήρξε πλήθος χωρών υψηλού κινδύνου εκτεινόμενων από τη Βορειοδυτική Ευρώπη (Ισλανδία, Ιρλανδία, Φινλανδία, Δανία, Σουηδία και Νορβηγία), τόσο προς τη Ρωσία όσο και προς την Κεντρική Ευρώπη (Γερμανία, Αυστρία και Ελβετία) και στη συνέχεια στα νοτιοδυτικά (Ελλάδα, Ουγγαρία, Τσεχία και Σλοβακία). Είναι αξιοσημείωτο ότι στην Ευρώπη, η πλειονότητα των χωρών κατηγοριοποιήθηκε σε υψηλό ή μέτριο κίνδυνο. Χαμηλός κίνδυνος εντοπίστηκε μόνο στην Κροατία και τη Ρουμανία.

Πέραν αυτής της μελέτης, έχει παρατηρηθεί ότι στη χώρα μας τα οστεοπορωτικά κατάγματα διπλασιάστηκαν το διάστημα 1977-2007, ιδιαίτερα στα άτομα άνω των 70 ετών και ακόμα περισσότερο στους ηλικιωμένους που διένυαν την 9η δεκαετία της ζωής τους. Στους άνω των 80 ετών ανθρώπους, μάλιστα, συνέβησαν τα μισά περιστατικά οστεοπορωτικών καταγμάτων. Η ηλικία είναι, άλλωστε, ο σημαντικότερος παράγοντας κινδύνου, γι’ αυτό και αναγνωρίζεται τα τελευταία χρόνια η ανάγκη πρόληψης στην τρίτη και τέταρτη ηλικία.

Άλλος παράγοντας κινδύνου είναι το φύλο, δεδομένου ότι οι γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση είναι πιο ευάλωτες, αφού χάνουν οστική μάζα 3 φορές γρηγορότερα από τους άνδρες. Σημαντικό ρόλο στην πιθανότητα κατάγματος ισχίου διαδραματίζει και ο Δείκτης Μάζας Σώματος (<20), όπως επίσης και οι πτώσεις που προκύπτουν στους ηλικιωμένους εξαιτίας διαφόρων λόγων. Επίσης, προηγούμενο κάταγμα χαμηλής ενέργειας αυξάνει τον κίνδυνο για επόμενο, ιδίως στο ισχίο. Ισχύει, βεβαίως, και το αντίθετο, δηλαδή ένα κάταγμα στο ισχίο αυξάνει την πιθανότητα νέου κατάγματος σε οποιοδήποτε οστό. Έχει δε αποδειχθεί ότι υπάρχει κληρονομικότητα, καθώς το ιστορικό κατάγματος αυξάνει τον κίνδυνο για οστεοπορωτικό κάταγμα ισχίου κατά 49%! Το κάπνισμα, η συχνή λήψη κορτικοστεροϊδών, η κατάχρηση αλκοόλ αποτελούν επίσης παράγοντες κινδύνου.

Βλέπουμε, λοιπόν, ότι στις βόρειες χώρες, οι οποίες έχουν χαμηλά επίπεδα ηλιοφάνειας, τα ποσοστά οστεοπορωτικών καταγμάτων είναι αυξημένα, συγκριτικά με τις αφρικανικές χώρες. Παράδοξο, ωστόσο, είναι το φαινόμενο στη χώρα μας, αφού παρά την αυξημένη ηλιοφάνεια υπάρχουν αναλογικά πολλά περιστατικά τέτοιων καταγμάτων. Φαίνεται ότι η συχνά απαιτούμενη ανεπάρκεια ή έλλειψη της βιταμίνης D στη χώρα μας αποτελεί παράγοντα που αυξάνει τις πιθανότητες για κάταγμα ισχίου και γι’ αυτό θα πρέπει να εξετάζεται ενδελεχώς.

Αυτές οι σοβαρές και δυνητικά απειλητικές για την ίδια τη ζωή κακώσεις θεραπεύονται αποκλειστικά χειρουργικά, και όσο πιο σύντομα γίνεται το χειρουργείο εφόσον το επιτρέπει η γενική κατάσταση του ασθενή μειώνεται και η πιθανότητα επιπλοκών. Ανάλογα με τον τύπο του κατάγματος η καλύτερη επιλογή είναι η εσωτερική οστεοσύνθεση με τεχνική ελάχιστης επεμβατικότητας ή η αρθροπλαστική του ισχίου, κατά προτίμηση με την πρωτοποριακή τεχνική ελάχιστης επεμβατικότητας AMIS.

Δρ. Αθανάσιος Τσουτσάνης