Η σοβαρή οστεοαρθρίτιδα, αλλά και άλλα νοσήματα του ισχίου και του γόνατος που απαιτούν αρθροπλαστική για τη θεραπεία τους, στα άτομα παραγωγικής ηλικίας έχει σημαντικό αντίκτυπο τόσο στους ίδιους τους ασθενείς, όσο και στις επιχειρήσεις και στα συστήματα υγείας. Στην Αγγλία και την Ουαλία, όπου υπάρχουν στατιστικά δεδομένα, κάθε χρόνο διενεργούνται περίπου 13000 αντικαταστάσεις γόνατος/ισχίου και 29000 ενδοσκοπήσεις γόνατος σε ενήλικες ηλικίας 15-59 ετών. Ο αριθμός αυτός αντιπροσωπεύει σχεδόν 1 στις 5 αρθροπλαστικές ισχίου από το σύνολο των αρθροπλαστικών που πραγματοποιούνται σε άτομα κάθε ηλικίας.
Επιπλέον, καθώς η μέση ηλικία του εργατικού δυναμικού αυξάνεται εξαιτίας των μακροπρόθεσμων δημογραφικών τάσεων, ο επιπολασμός των ασθενειών που προσβάλλουν τις αρθρώσεις και προκαλούν αναπηρία (ανικανότητα) αρχίζει να αυξάνεται. Η φυσική λειτουργικότητα και η κοινωνική ζωή περιορίζονται σημαντικά σε ασθενείς που περιμένουν να υποβληθούν σε αρθροπλαστική, σε σύγκριση με τα άτομα αντίστοιχης ηλικίας που δεν έχουν προβλήματα στις μεγάλες αρθρώσεις των ποδιών.
Παραδόξως, μόνο λίγες έρευνες έχουν εξετάσει τον αντίκτυπο της σοβαρής αρθρίτιδας στη επαγγελματική απασχόληση ή στην απομάκρυνση από την εργασία. Μια εξ αυτών που πραγματοποιήθηκε από τους Palmer, Milne, Poole, Cooper, και Coggon, στόχευσε στον εντοπισμό των επαγγελματικών παραγόντων που επηρέασαν την απώλεια θέσεων εργασίας σε ασθενείς που περιμένουν να υποβληθούν σε αρθροπλαστική.
Έστειλαν ένα ερωτηματολόγιο σε 498 ασθενείς παραγωγικής ηλικίας που επρόκειτο να υποβληθούν σε αρθροπλαστική ισχίου ή γονάτος στο γενικό νοσοκομείο της περιοχής του Portsmouth της Αγγλίας. Τέθηκαν ερωτήσεις σχετικά με το επίπεδο της σωματικής ανικανότητας, τη διάρκεια των συμπτωμάτων, τις συνθήκες εργασίας κατά την έναρξη της νόσου και τις αλλαγές στην εργασία από την εμφάνιση των συμπτωμάτων.
Συγκεντρώθηκαν πληροφορίες για την εργασία σχετικά με το καθεστώς απασχόλησης (μισθωτός / αυτοαπασχολούμενος), το ωράριο εργασίας (πλήρες έναντι / μερικής απασχόλησης), το μέγεθος της επιχείρησης (<10 / >10 εργαζόμενοι) και τον τομέα (δημόσιος / ιδιωτικός) και τη φύση της εργασίας (μη καθιστική / καθιστική), κατά πόσο υπήρχε πρόσβαση σε ιατρό εργασίας και εάν υπήρξαν πραγματικές μεταβολές στην εργασία ή στον τόπο εργασίας με σκοπό να βοηθηθεί ο εργαζόμενος (για παράδειγμα ώρες ή ευθύνες, προσαρμογές εργαλείων ή χώρου εργασίας).
Λήφθηκε υπόψη εάν υπήρξε αποχώρηση από την εργασία αποκλειστικά εξαιτίας του προβλήματος ή αν συνέβαλε αυτό στην απόφαση, εάν η αποχώρηση οφείλονταν σε άσχετο λόγο και εάν ο ασθενής ήταν προσωρινά άνεργος.
Το 74% των ατόμων απάντησε στα ερωτηματολόγια. Περίπου το 30%, εκείνων που εργαζόταν όταν εμφανίστηκε η νόσος στην άρθρωσή τους είχαν εγκαταλείψει την αρχική τους εργασία αποκλειστικά ή εν μέρει λόγω του προβλήματος, το 31% για άλλους λόγους και το 27% ήταν άνεργοι. Το μέσο διάστημα μέχρι την απώλεια της εργασίας λόγω του προβλήματος στην άρθρωσή τους ήταν τα 3,5 χρόνια.
Συνολικά, το 28% ανέφερε ότι είχαν γίνει μία ή περισσότερες τροποποιήσεις στην εργασία για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημά τους. Οι πιο συνηθισμένες ήταν η μεταφορά των ευθυνών σε άλλο εργαζόμενο, η μεταβολή του ωραρίου εργασίας, η προμήθεια νέου εξοπλισμού εργασίας, η μεταβολή των καθηκόντων και η μεταφορά σε διαφορετικό εργασιακό χώρο. Νέα εκπαίδευση, επιπλέον επίβλεψη και φυσικές προσαρμογές στο χώρο εργασίας τους σπάνια προσφέρθηκαν (<2%). Όπως ήταν αναμενόμενο, η πιθανότητα τροποποίησης της εργασίας ήταν μεγαλύτερη σε όσους είχαν πρόσβαση σε γιατρούς εργασίας.
Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι από όλους τους ασθενείς με οστεοαρθρίτιδα ισχίου (ή γόνατος), η διατήρηση θέσεων εργασίας είναι περισσότερο επισφαλής σε εκείνους που εργάζονται σε μικρές επιχειρήσεις.
Η σοβαρότητα της νόσου, οι φυσικές απαιτήσεις κατά τη διάρκεια της εργασίας, οι δυνατότητες προσαρμογής στο χώρο εργασίας και η πρόσβαση σε ιατρό εργασίας επηρεάσουν το αποτέλεσμα. Επιπλέον, το μέγεθος της επιχείρησης και οι συνθήκες απασχόλησης παίζουν ρόλο. Μια εύλογη υπόθεση είναι ότι οι μικρές επιχειρήσεις δυσκολεύονται να προσαρμόσουν τις συνθήκες εργασίας ενός ατόμου με ανικανότητα, με αποτέλεσμα ένα υψηλότερο ποσοστό απώλειας θέσεων εργασίας σε σχέση με τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις.
Ωστόσο, με τις νέες ελάχιστα επεμβατικές τεχνικές αρθροπλαστικής γόνατος MIC και AMIS για το ισχίο οι ασθενείς μπορούν να διατηρήσουν τις θέσεις εργασίας τους. Μπορούν να επιστρέψουν σε αυτές εντός μερικών μόνο εβδομάδων, ενώ παλαιότερα απαιτούνταν μερικές φορές ακόμα και μήνες μέχρι να είναι ικανοί για εργασία. Κι αυτό διότι υπάρχει πλέον η δυνατότητα αποκατάστασης της βλάβης σε βαθμό που οι ασθενείς είναι σε θέση να επιστρέψουν σε όσο ενεργό τρόπο ζωής επιθυμούν.
Δρ. Αθανάσιος Τσουτσάνης